COP21: Αισιόδοξος για την επιτυχία των στόχων της κυβέρνησης, δηλώνει ο Τσιρώνης

Tsironis
Με την συμφωνία του Παρισιού για την Κλιματική Αλλαγή, για πρώτη φορά η διεθνής κοινότητα αποφασίζει να δράσει από κοινού για την αντιμετώπιση της μεγαλύτερης πρόκλησης της εποχής μας, βάζοντας φρένο στην εξάπλωση των ορυκτών καυσίμων. Την τελευταία φορά που ένας τόσο μεγάλος αριθμός κρατών συμφώνησε σε κάτι, ήταν η Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων το 1948, η υπογραφή της οποίας έλαβε χώρα επίσης στο Παρίσι
Υπάρχουν κενά στην συμφωνία, παρόλα αυτά συμπεριλαμβάνει τον φιλόδοξο στόχο του να κρατηθεί η υπερθέρμανση του πλανήτη στον 1,5 βαθμό πάνω από τα προ-βιομηχανικά επίπεδα. Ένα εξίσου σημαντικό σήμα που δόθηκε με την συμφωνία, είναι ότι η μοναδική πηγή ενέργειας που αναφέρεται στο κείμενο είναι οι ανανεώσιμες πηγές, ενώ δεν γίνεται καμία αναφορά στα ορυκτά καύσιμα: πετρέλαιο, αέριο και λιγνίτη.
Αυτό που αναμένεται από εδώ και πέρα, είναι η αντίδραση της αγοράς. Καθώς οι επενδυτές έχουν λάβει το σύνθημα ότι η μετάβαση προς ένα πιο καθαρό ενεργειακό μέλλον είναι αναπόφευκτη, τα επόμενα χρόνια αναμένεται να παρατηρηθεί άνθηση στον τομέα της ενεργειακής καινοτομίας. Πολλές είναι οι φωνές που υποστηρίζουν ότι πολύ σύντομα, οι τεχνολογίες ανανεώσιμης ενέργειας θα καταστήσουν την βρώμικη ενέργεια παρωχημένη και από οικονομική άποψη.
Καθώς η Ελλάδα βασίζει την τρέχουσα παραγωγή της ενέργειάς της στα ορυκτά καύσιμα σε ποσοστό περίπου 70%, το νέο διεθνές περιβάλλον που έχει δημιουργηθεί με τη νέα συμφωνία θα απαιτήσει μεγάλη προσπάθεια απεξάρτησης από αυτά. Διαφορετικά, η χώρα κινδυνεύει να αθετήσει τις εθελοντικές δεσμεύσεις που κατέθεσε στο πλαίσιο της συμμετοχής της στην ΕΕ.
Τις τελευταίες ημέρες της COP21, στο Παρίσι βρέθηκε ο Αν. Υπουργός Περιβάλλοντος, κ. Γιάννης Τσιρώνης. Στη σύντομη συζήτηση που είχαμε, τον ρώτησα για την θέση της Ελλάδας σχετικά με τον μακροπρόθεσμο στόχο των 1,5 βαθμών Κελσίου, τον Μακροπρόθεσμο Ενεργειακό Σχεδιασμό της χώρας, την απεξάρτηση της ηλεκτροπαραγωγής στα νησιά από το πετρέλαιο, τον λιγνίτη, τις εκπομπές άνθρακα από τη ναυτιλία και τους κλιματικούς πρόσφυγες.

Στη συνέντευξη αυτή, ο Υπουργός αναφέρει δεδομένα που παρουσιάζονται σε έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος σχετικά με το κόστος της προσαρμογής της χώρας στην κλιματική αλλαγή, ανάλογα με το επίπεδο δράσης που θα λάβει. Σημειώνει ότι ένας περισσότερο φιλόδοξος στόχος στην συμφωνία, και τις δράσεις που θα την ακολουθήσουν, είναι προς όφελος της Ελλάδας.
Για τον Μακροπρόθεσμο Ενεργειακό Σχεδιασμό της χώρας, ο οποίος θα έπρεπε να έχει κατατεθεί πριν από ένα χρόνο, αναφέρει ότι αυτό θα γίνει σύντομα. Τονίζει την βούληση της κυβέρνησης για πλήρη απεξάρτηση της χώρας από τα ορυκτά καύσιμα ως το 2045, ωστόσο δεν κάνει αναφορά σε κάποια διαδικασία δομημένου συμμετοχικού διαλόγου ή διαβούλευσης για τον ορισμό αυτής της διαδικασίας. Μοιράζεται την αισιοδοξία του ότι η Ελλάδα θα καλύψει τους στόχους της, δημιουργώντας συγχρόνως θέσεις εργασίας.
Για την δανειοδότηση της ΔΕΗ από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για επέκταση των πετρελαϊκών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής σε 18 νησιά, αναφέρει ότι αυτή είχε ήδη συμβασιοποιηθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση. Σχετικά με τη διασύνδεση των νησιών, κάνει αναφορά σε μορφές ενέργειας πέρα από την ηλιακή και την αιολική, οι οποίες έχουν μηδενική αξιοποίηση, όπως η βιομάζα και το βιοαέριο. Σε αυτό το σημείο, ο κ. Τσιρώνης αναφέρει μελέτες που διεξάγονται στον τομέα της γεωθερμικής ενέργειας, όπου όπως λέει πρέπει να αναμένουμε ραγδαίες εξελίξεις το επόμενο διάστημα.
Την στιγμή που πολλά νοικοκυριά δυσκολεύονται να πληρώσουν τους λογαριασμούς ρεύματος, η ΔΕΗ αποφασίζει να επενδύσει 4,1 δισ ευρώ για τη δημιουργία νέων ηλεκτροπαραγωγικών μονάδων λιγνίτη. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Ιδρύματος Heinrich-Böll, το μέσο κόστος ηλεκτροπαραγωγής από λιγνίτη στην Ελλάδα είναι το υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κυρίως λόγω του χαμηλού θερμιδικού περιεχομένου των ελληνικών κοιτασμάτων, καθώς και άλλων μεταβλητών παραγόντων.
Όσον αφορά το έργο αυτό, ο Υπουργός, που προέρχεται από τους Οικολόγους Πράσινους, επαναλαμβάνει την προσωπική αντίθεσή του, λέγοντας ότι και αυτό είναι ένα ώριμο έργο που η κυβέρνηση παρέλαβε. Σε αυτές τις περιπτώσεις, αναφέρει ότι είναι δύσκολο να ανασταλεί η λειτουργία τέτοιων μεγάλων έργων παρά τις διαφωνίες που υπάρχουν εντός της κυβέρνησης.
Σχετικά με την αποστροφή στην ομιλία του Πρωθυπουργού στην έναρξη της COP21, ότι οι εκπομπές ρύπων της ναυτιλίας πρέπει να παραμείνουν υπό τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Οργανισμού Ναυτιλίας (ΔΟΝ), ο Υπουργός συμφωνεί. Σε αυτό τονίζει ότι αρκεί μία αίτηση αλλαγής σημαίας σε μία χώρα εκτός Ευρώπης, ώστε οι ρύποι να μεταφερθούν εκεί, αυτό όμως δεν λύνει το πρόβλημα των εκπομπών. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι ο ΔΟΝ έχει δεχθεί σφοδρή κριτική για την αδράνεια που επιδεικνύει στο θέμα της μείωσης των ρύπων από τη ναυτιλία. Τελικά, στο τελικό κείμενο της συμφωνίας του Παρισιού δεν γίνεται αναφορά στους ρύπους της ναυτιλίας και της αεροπορίας.
Τέλος, ο κ. Τσιρώνης αναφέρεται στο πρόβλημα των κλιματικών προσφύγων, και στην έλλειψη νομικού πλαισίου αλλά και σχεδιασμού σε διεθνές επίπεδο για την αντιμετώπιση του προβλήματος.Τονίζει ότι οι τοίχοι δεν αποτελούν λύση, δίχως όμως να αναφέρει την ύπαρξη κάποιου σχετικού σχεδίου για την αντιμετώπιση της πρόκλησης που δημιουργούν οι ροές πληθυσμών λόγω των κλιματικών αλλαγών.

Η κυβέρνηση δείχνει να μην συμφωνεί με ένα σημαντικό μέρος της ενεργειακής πολιτικής που ακολουθεί. Και, δυστυχώς, στην Ελλάδα δεν υπάρχει η δημόσια κατανόηση του κινδύνου της κλιματικής αλλαγής. Γι’ αυτό και δεν συμμερίζομαι την αισιοδοξία του Υπουργού. Τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν. Θα πρέπει, όμως, να γίνουν όλα διαφορετικά.

Δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο The Press Project.