Έχει μέλλον η ελληνική οικοτεχνία;
Πώς θα σας φαινόταν να μπορούσατε να ζήσετε την αγροτική ζωή για κάποιες μέρες από τη θέση του επισκέπτη, να μαθαίνατε όλη τη διαδικασία καλλιέργειας, παραγωγής, επεξεργασίας ενός προϊόντος, τον κόπο και πόσοι άνθρωποι χρειάζεται να εργαστούν για να φτάσει ένα προϊόν στο οικογενειακό τραπέζι ή στο ράφι ενός καταστήματος; Κάτι τέτοιο ευελπιστεί να επιτύχει το νομοσχέδιο που κατατέθηκε από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και ψηφίστηκε πριν από λίγες ημέρες.
Ο λόγος για τον θεσμό των πολυλειτουργικών αγροκτημάτων, που μπορεί να δώσει μία νέα διάσταση στις διάφορες μορφές επιχειρηματικής δραστηριότητας στην ύπαιθρο, συνδυάζοντας τη γεωργική παραγωγή με δράσεις και υπηρεσίες. Τέτοιες μπορούν να αναδεικνύουν την αγροτική ζωή, τα αγροτικά προϊόντα, τις ντόπιες καλλιεργητικές μεθόδους παραγωγής, καθώς και τις συνήθειες της καθημερινής ζωής των κατοίκων.
Γέννημα αυτού του νομοσχεδίου αποτελεί και ο θεσμός της οικοτεχνίας. Δηλαδή, ο παραγωγός και η οικογένειά του θα μπορούν να μεταποιούν μικρής κλίμακας γεωργοκτηνοτροφικά προϊόντα, αποκλειστικά ιδίας παραγωγής, στον χώρο της αγροτικής τους κατοικίας ή της αγροτικής τους εκμετάλλευσης. Τα μεταποιημένα προϊόντα που παράγονται θα προορίζονται για άμεση διάθεση από τον οικοτέχνη μέσα στο αγρόκτημα ή σε διάφορες εκδηλώσεις, τοπικές λαϊκές αγορές, αγορές παραγωγών, σε επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου ή εστιατόρια της τοπικής αγοράς.
Πρόκειται για προϊόντα χαμηλής επικινδυνότητας, χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις συντήρησης ή διατήρησης, όπως για παράδειγμα γλυκά του κουταλιού, μαρμελάδες, κομπόστες, σάλτσες, τουρσιά, ζυμαρικά, παστέλια, ξηροί καρποί, παξιμάδια, τραχανάδες… Προβλέπεται επίσης και η σύσταση του σχετικού Κεντρικού Ηλεκτρονικού Μητρώου Οικοτεχνίας, στο οποίο θα καταγράφονται οι παραγωγοί και τα είδη των προϊόντων που παράγονται στο πλαίσιο της οικοτεχνίας.
Η θεσμοθέτηση και η ύπαρξη, πλέον, νομικού πλαισίου τόσο για τα πολυλειτουργικά αγροκτήματα όσο και την οικοτεχνία, μπορούν να αποτελέσουν πολύ σημαντικά εργαλεία στα χέρια των μικρών παραγωγών. Κυρίως των νέων αγροτών και αυτών που παράγουν τίμια ή με τρόπο βιολογικό, όμως οι ποσότητές τους δεν αρκούν για να εισέλθουν ανταγωνιστικά στις μεγάλες αλυσίδες διανομής. Αποτελεί μια πολύ καλή ευκαιρία να ενισχυθεί το εισόδημα των παραγωγών αλλά και για να στηριχθούν και να διαδοθούν οι παραδοσιακές συνταγές, τα προϊόντα και οι ιδιαιτερότητες των περιοχών προέλευσης. Η παράδοση, συνεπώς, και η σύνδεση του παραγωγού με τον καταναλωτή μπορούν να λειτουργήσουν ως «αντίδοτο» στην κρίση συνιστώντας εργαλεία για μια βιώσιμη και αειφόρο γεωργία, που βασίζεται στην ποιότητα και στα συγκριτικά πλεονεκτήματα των εδαφοκλιματικών συνθηκών της κάθε περιοχής.
Η χώρα μας δεν θα σωθεί από τις ελιές, τα κρασιά και τη φέτα που εξάγουμε. Το παιχνίδι θα κριθεί στις υπηρεσίες και στο πόσο όμορφοι και συμμαζεμένοι θα είναι οι αγροί μας. Η μπάλα είναι στο γήπεδο των αγροτών και είναι στο χέρι τους να βάλουν φαντασία ώστε να ασκήσουν περαιτέρω επιχειρηματική δραστηριότητα και να μη προσφέρουν απλά πρώτες ύλες στην αγροδιατροφική αλυσίδα, αλλά τελικά προϊόντα διατροφής, συσκευασμένα, με όλα τα απαραίτητα διακριτικά, τα οποία θα καταλήγουν στον τελικό χρήστη, τον καταναλωτή, ξεπερνώντας τον σκόπελο των μεσαζόντων. Μία τέτοια αλλαγή νοοτροπίας μπορεί να αποδειχτεί σε κάτι πολύ ισχυρό, αν το υπουργείο και η τοπική αυτοδιοίκηση χαράξουν στρατηγικές που θα ξαναζωντανέψουν τα παραδοσιακά προϊόντα ντόπιας κατανάλωσης, που ένεκα των μικρών ποσοτήτων δεν προκαλούν ενδιαφέρον στη βιομηχανία, προστατεύοντας έτσι τις μικρές οικογενειακές βιοτεχνίες από τη μαζική παραγωγή.
Δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο bostanistas.gr